σερβίρισμα
From LSJ
Cras amet qui numquam amavit quique amavit cras amet → May he love tomorrow who has never loved before; And may he who has loved, love tomorrow as well.
το, Ν
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του σερβίρω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σερβίρω, κατά τα ουδ. σε -ισμα (πρβλ. παρκάρ-ισμα)].