μὴ δὶς πρὸς τὸν αὐτὸν λίθον πταίειν → do not stumble twice on the same stone
τὸ, Αφυλακή.[ΕΤΥΜΟΛ. < συγκλείω + επίθημα -τήριον (πρβλ. δεσμω-τήριον)].