Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

συναποθλώ

From LSJ
Revision as of 12:37, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (39)

Ξυνετὸς πεφυκὼς φεῦγε τὴν κακουργίαν → Valens sagaci mente, quod pravum est, fuge → Wenn du verständig bist, dann flieh die Schlechtigkeit

Menander, Monostichoi, 398

Greek Monolingual

-άω, Α
συντρίβω κάτι μαζί με κάτι άλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἀπό + θλῶ «σπάω»].

Greek Monolingual

-άω, Α
συντρίβω κάτι μαζί με κάτι άλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἀπό + θλῶ «σπάω»].