υπερανάκειμαι

From LSJ
Revision as of 12:44, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (43)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὑγίεια καὶ νοῦς ἀγαθὰ τῷ βίῳ δύο (πέλει) → Vitae bona duo, sanitas, prudentiaZwei Lebensgüter sind Gesundheit und Verstand

Menander, Monostichoi, 519

Greek Monolingual

Α
είμαι ξαπλωμένος σε ανάκλιντρο πιο ψηλά από άλλον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + ἀνάκειμαι «ξαπλώνω σε ανάκλιντρο για να δειπνήσω»].