ἀλλ' ἦν ἅπαντα τεταγμένα νόμων ἐπιταγαῖς → but all their acts were regulated by prescriptions set forth in laws
[Seite 1072] ἡ, = ταραχή, Hesych.
Α
(κατά τον Ησύχ.) «τάραξις».
[ΕΤΥΜΟΛ. Τ. δυσερμήνευτου σχηματισμού, πιθ. εσφ., που συνδέεται με το ρ. ταράσσω (πρβλ. ταραχή)].