συσσωματώνω

From LSJ
Revision as of 12:51, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (40)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

φύσις ἁπάντων τῶν διδαγμάτων κρατεῖ → Natura superat omne doctrinae genusNatur ist überlegen jedem Unterricht

Menander, Monostichoi, 213

Greek Monolingual

Ν
1. συνενώνω δύο ή περισσότερα πράγματα σε ένα σώμα, σε μία μάζα
2. ενώνω ανθρώπους σε στενή συνεργασία για να υηρετήσουν έναν σκοπό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + σώμα, σώματος. Η λ., στον λόγιο τ. συσσωματῶ, μαρτυρείται από το 1826 στα Έγγραφα Ελληνικής Κυβερνήσεως].