ταυρῶπις
From LSJ
Μετὰ δικαίου ἀεὶ διατριβὰς ποιοῦ (Μετὰ δικαίων † τὰς διατριβὰς ποιοῦ) → Cum iustis semper versare in eodem loco → Mit den Gerechten pflege Umgang immerfort
German (Pape)
[Seite 1074] ιδος, ἡ, bes. poet. fem. zu ταυρωπός, Μήνη Nonn. D. 11, 185.
Spanish
Greek Monolingual
-ώπιδος, ἡ, ΜΑ
βλ. ταυρωπός.