τιτανομαχία
From LSJ
Ῥᾳθυμίας περίφευγε (γὰρ φεῦγε) καὶ κακοὺς φίλους → Malos amicos et levitatem omnem fuge → Die schlechten Freunde meide und Vergnügungssucht
Greek Monolingual
η, ΝΜΑ
μυθ. η μεταξύ τών Τιτάνων και τών Ολύμπιων θεών διαμάχη, η οποία έληξε με την επικράτηση τών δευτέρων («καὶ τὰ περὶ Κρόνου μυθολογούμενα και περὶ τῆς τιτανομαχίας», Διόδ.)
νεοελλ.
μτφ. μάχη μεταξύ πανίσχυρων αντιπάλων
αρχ.
ως κύριο όν. Τιτανομαχία
τίτλος ποιήματος του Επικού Κύκλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Τιτᾶνες + -μαχία (< -μάχος < μάχομαι), πρβλ. γιγαντο-μαχία].