Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)
ἤτριον και δωρ. τ. ἄτριον, το (Α)
1. (για την υφαντική) το στημόνι
2. συνεκδ. ύφασμα
3. φρ. «ἤτρια βύβλων» — λεπτά φύλλα παπύρου πλεγμένα σταυροειδώς σαν ύφασμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ήτρ-ιον (πρβλ. ηρ-ίον, κηρ-ίον). Η λ. απαντά ως β' συνθετικό στο συνθ. επήτρ-ιμος].