αρχοντόπουλο
From LSJ
Θυσία μεγίστη τῷ θεῷ τό γ' εὐσεβεῖν → Pietate maius nil offertur numini → Das größte Opfer für den Gott ist Frömmigkeit
Greek Monolingual
το
το παιδί που κατάγεται από άρχοντες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άρχοντας + -πουλο (κατάλ. ουδ. ουσ. με σημασία «μικρό, παιδί» — πρβλ. βασιλόπουλο, ελληνόπουλο, κεφαλόπουλο)].