ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned
inf. f. Act. épq. de πέμπω.
πεμψέμεναι: Επικ. αντί πέμψειν, απαρ. μέλ. του πέμπω.