συγκατέδομαι

From LSJ
Revision as of 20:20, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγκατέδομαι Medium diacritics: συγκατέδομαι Low diacritics: συγκατέδομαι Capitals: ΣΥΓΚΑΤΕΔΟΜΑΙ
Transliteration A: synkatédomai Transliteration B: synkatedomai Transliteration C: sygkatedomai Beta Code: sugkate/domai

English (LSJ)

fut. of συγκατεσθίω.

Greek (Liddell-Scott)

συγκατέδομαι: μέλλ. τοῦ συγκατεσθίω.

Greek Monolingual

Α
(μέλλ. με ενεργ
σημ.) βλ. συγκατεσθίω.

Greek Monolingual

Α
(μέλλ. με ενεργ
σημ.) βλ. συγκατεσθίω.

Greek Monotonic

συγκατέδομαι: μέλ. του συγκατεσθίω.