μαχατάς

From LSJ
Revision as of 00:12, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

Ἱερὸν ἀληθῶς ἐστιν ἡ συμβουλία → Consilia dare, res prorsus et vere sacra est → Ein Heiligtum ist in der Tat ein guter Rat

Menander, Monostichoi, 256

English (Slater)

μαχατάς
   1 warrior καὶ μὰν ἁ Σαλαμίς γε θρέψαι φῶτα μαχατὰν δυνατός (N. 2.13) δουρὶ Περικλυμένου πρὶν νῶτα τυπέντα μαχατὰν θυμὸν αἰσχυνθῆμεν (N. 9.26) μαχατὰν αἰνέων Μελέαγρον (I. 7.31)

Greek Monolingual

μαχατάς, ὁ (Α)
(δωρ.τ.) βλ. μαχητής.

Greek Monotonic

μᾰχᾱτάς: Δωρ. αντί μαχητής.