τύχας ὀνησίμους γαίας ἐξαμβρῦσαι → cause happiness to spring forth from the earth
adv.poét.de toutes parts ; avec une prép. : πάντοθε ἐκ de toutes parts hors de ; περὶ πάντοθε de toutes parts autour.Étymologie: πᾶς, -θε.
πάντοθε: = το επόμ., σε Ηρόδ., Θεόκρ.