περιδώμεθον
From LSJ
Ἡ πατρίς, ὡς ἔοικε, φίλτατον βροτοῖς → Homini, ut videtur, patria res dulcissima est → Die Heimat ist der Menschen Liebstes, wie es scheint
Greek (Liddell-Scott)
περιδώμεθον: ἴδε ἐν λ. περιδίδωμι.
French (Bailly abrégé)
ao.2 duel de περιδίδομαι.
English (Autenrieth)
see περιδίδωμι.
Greek Monotonic
περιδώμεθον: αʹ δυϊκ. υποτ. Μέσ. αορ. βʹ του περιδίδωμι.