μνήσθητι τίς μου ἡ ὑπόστασις → remember how short my time is
see ὑπερέχω.
ὑπέρσχῃ: -σχοι, γʹ ενικ. υποτ. και ευκτ. αόρ. βʹ του ὑπερέχω.