Βάκτριος

From LSJ
Revision as of 07:44, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (1b)

Τα βιβλία τα παρά των ξένων επαίδευε τους εν τη αγορά ανθρώπους, τους Ομήρου φίλους → The others' books educated the people in the marketplace, the friends of Homer.

Source

French (Bailly abrégé)

α, ον :
c. Βακτριανός.

Spanish (DGE)

-α, -ον

• Morfología: [fem. -ίη Hdt.4.204]
bactrio
1 adj. χώρη Hdt.l.c., τείχη E.Ba.15, οὖδας Nonn.D.6.213, Γίγας AP 4.3.73 (Agath.).
2 ét. de Bactria Ἀρτάβης A.Pers.317, οἱ Βάκτριοι los bactrios o bactrianos A.Pers.306, 732, Hdt.3.102, 9.113, X.Cyr.1.1.4, 5.1.3, Str.11.8.8, St.Byz.s.u. Βάκτρα y Ἄμαστρις.

Russian (Dvoretsky)

Βάκτριος: и Βάκτριος ὁ Aesch., Eur., Her., Xen., Arst. = Βακτριανός I и II.