Ἡρακλέους ὀργήν τιν' ἔχων → with a temper like Heracles', with a temper like Hercules'
ἅνθρωπος: κράση του ὁ ἄνθρωπος.
ἅνθρωπος: дор.-ион. ὥνθρωπος in crasi = ὁ ἄνθρωπος.