ἰείη

From LSJ
Revision as of 22:00, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (2b)

Ὅμοια πόρνη δάκρυα καὶ ῥήτωρ ἔχει → Lacrumae oratori eaedem ac meretrici cadunt → Von Dirne und von Redner sind die Tränen gleich

Menander, Monostichoi, 426

Greek (Liddell-Scott)

ἰείη: Ἐπικ. ἀντὶ ἴοι, γ΄ ἑνικ. εὐκτ. ἐνεστ. τοῦ εἶμι.

French (Bailly abrégé)

3ᵉ sg. opt. prés. épq. de εἶμι.

English (Autenrieth)

see εἶμι.

Greek Monotonic

ἰείη: Επικ. αντί ἴοι, γʹ ενικ. ευκτ. ενεστ. του εἶμι (ibo).

Russian (Dvoretsky)

ἰείη: эп. 3 л. sing. opt. к εἶμι.