ἄνεμος καὶ ὄλεθρος ἄνθρωπος → ruinous and unstable man, a man unstable as the wind
2ᵉ pl. ind. ou impér. de οἶδα.
ἴστε: βʹ πληθ. του οἶδα.
ἴστε: 2 л. pl. pf. к *εἴδω.