Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

θολερότητα

From LSJ
Revision as of 12:17, 8 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "———————— " to "<br />")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος – For men reason is a healer of grief – Für Menschen ist der Trauer Arzt allein das WortMaeroris unica medicina oratio.

Menander, Sententiae, 452

Greek Monolingual

η (Α θολερότης) θολερός
η ιδιότητα του θολερού, θολότητα, σκοτεινάδα, σχετική σκιερότητα, ημιδιαφάνεια
νεοελλ.
φρ. α) «θολερότητα του κερατοειδούς» — απώλεια της διαφάνειας μιας περιοχής του κερατοειδούς χιτώνα του οφθαλμού
β) «θολερότητα του πνεύμονα» — η σκιερότητα του πνεύμονα η οποία διακρίνεται στην ακτινογραφία όταν υπάρχει φυματίωση.
η θαλερός
ζωηρότητα, ευεξία, ανθηρότητα.