ἀλλ' ἐσθ' ὁ θάνατος λοῖσθος ἰατρός κακῶν → but death is the ultimate healer of ills
[Seite 470] dor. = γαιήοχος, Pind. u. A.
γαιάοχος: дор. = γαιήοχος.
γαιάοχος -ον Dor. voor γαιήοχος.