Ληνεύς
From LSJ
πολλὰ γάρ σε θεσπἰζονθ' ὁρῶ κοὐ ψευδόφημα (Sophocles' Oedipus Coloneus 1516f.) → For I see in you much prophecy, and nothing false
English (LSJ)
έως, ὁ, epith. of Dionysus, ib.1024.24 (Myconos).
Greek (Liddell-Scott)
Ληνεύς: έως, ἐπίθ. τοῦ Διονύσου, Ἐπιγρ. Μυκόνου ἐν Ἀθην. τ. Β΄, σ. 237.
Greek Monolingual
Ληνεύς, ὁ (Α) Λήναι
προσωνυμία του Διονύσου.