управляющий
From LSJ
Τὸν αὐτὸν αἰνεῖν καὶ ψέγειν ἀνδρὸς κακοῦ → Hominis mali est culpare, quem laudaverit → Den selben lobt und tadelt nur ein schlechter Mann
Russian > Greek
κρείσσων, κρείττων, ἐπίτροπος, ναύκληρος, διοικητικός, διοικητής, εὐθυντήριος