нависать
From LSJ
Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία → Non ornat aurum feminam at mores probi → Die Art schmückt eine Frau, nicht güldenes Geschmeid
Russian > Greek
ἐπικρέμαμαι ;; ὑπέρκειμαι ;; προσπλέκομαι ;; κατακρήμναμαι ;; ἐξαρτάω
Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία → Non ornat aurum feminam at mores probi → Die Art schmückt eine Frau, nicht güldenes Geschmeid
ἐπικρέμαμαι ;; ὑπέρκειμαι ;; προσπλέκομαι ;; κατακρήμναμαι ;; ἐξαρτάω