ἐντεύχω
From LSJ
Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται → Because gods perceive future things, men what is happening now, but wise men perceive approaching things
English (LSJ)
A produce, ἐρυθήματα Archig. ap. Orib.8.1.1 (Pass.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐντεύχω: παράγω ἐντός τινος, προξενῶ, ἐρυθήματα ἐντεῦξον Ἀρετ. Ὀξ. Νούσ. Θεραπευτ. 1. 2.
Spanish (DGE)
1 provocar, causar τὸ ἐπίπλασμα ... ὠκέως ἐρυθήματα ἐντεῦξον la cataplasma que provocará rápidamente eritemas Aret.CA 1.2.14.
2 perf. med. estar equipado o armado Hsch.s.u. ἐντετεύχηται (cj., cód. ἐντῆσθαι· ὥπλισται).