κανηφορικός

From LSJ
Revision as of 21:15, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

Μακάριος, ὅστις οὐσίαν καὶ νοῦν ἔχειFelix, qui mentem cum divitiis possidet → Glückselig, wer Vermögen und Vernunft besitzt

Menander, Monostichoi, 340
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰνηφορικός Medium diacritics: κανηφορικός Low diacritics: κανηφορικός Capitals: ΚΑΝΗΦΟΡΙΚΟΣ
Transliteration A: kanēphorikós Transliteration B: kanēphorikos Transliteration C: kaniforikos Beta Code: kanhforiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A of the Κανηφόροι, κόσμος IG 22.333c10.

Greek (Liddell-Scott)

κανηφορικός: -ή, -όν, ἀνήκων εἰς κανηφόρον, Ἐπιγρ. Ἀθηνῶν CIA.I. 152.

Greek Monolingual

κανηφορικός, -ή, -όν (Α) κανηφόρος
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην κανηφόρο.