Λάλει τὰ μέτρια, μὴ λάλει δ', ἃ μή σε δεῖ → Modestus sermo, et qualis deceat, sit tuus → Sprich maßvoll, spricht nicht aus, was unanständig ist
Full diacritics: κάρκαρα | Medium diacritics: κάρκαρα | Low diacritics: κάρκαρα | Capitals: ΚΑΡΚΑΡΑ |
Transliteration A: kárkara | Transliteration B: karkara | Transliteration C: karkara | Beta Code: ka/rkara |
τά, A = πίτυρα (ἐπιτυρά cod.), Semon.33.
κάρκαρα, τὰ (Α)
πίτουρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Συνδέεται πιθ. με το κάρκαρον.