κατασημαίνομαι
From LSJ
τους φίλους λόγων τέχναιν επαίδευσας → Using 2 artifices, you educated (taught) those who love rhetoric.
English (LSJ)
Med., A cause to be sealed up, ὄφεις… ἐν κίστῃ που κατασήμηναι Ar.Fr.28; [[[ἐχίνους]]] Arist.Ath.53.2; Χρυσίον Pl.Men. 89b; ὑδρίαν IG22.204.39:—Pass., ib.41; τὰς ἐπισκήψεις φυλάττειν -σεσημασμένας ὑπ' ἀμφοῖν Pl.Lg.937b. II cause to be noted down, ib.756c:—Pass., τὰ κατασημανθέντα ὀνόματα ib.756e, cf. Arist.Ath. 49.2.