προφθασία
English (LSJ)
ἡ, A anticipation, name of a festival, D.S.15.18 (leg. -φθάσια, τά).
German (Pape)
[Seite 797] ἡ, = πρόφθασις, ein Fest der Klazomenier, D. Sic. 15, 18.
Greek (Liddell-Scott)
προφθᾰσία: ἡ, τὸ προφθάνειν, πρόφθασμα, ὄνομα ἑορτῆς παρὰ τοῖς Κλαζομενίοις, Διόδ. 15. 18.
Greek Monolingual
Russian (Dvoretsky)
προφθᾰσία: ἡ профтасия, «упреждение» (праздник в Клазоменах) Diod.