ἕως τοῦ ἔξω τόπου περισπᾶται → be drawn away and expanded
ἀστραβηλάτης, ὀνηλάτης, ὀρεωκόμος, ἡμιονίτης, βουρδωνάριος, ἡμιονηγός, μουλίων