δυσφήμιστος
From LSJ
Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
English (LSJ)
ον, = sq., Suid. A s.v. δυσκληδόνιστος.
Greek (Liddell-Scott)
δυσφήμιστος: -ον, = τῷ ἑπομ., Σουΐδ.
Spanish (DGE)
-ον de mal augurioglos. a δυσκλῃδόνιστον Sud.