Μή μοι γένοιθ', ἃ βούλομ', ἀλλ' ἃ συμφέρει → Ne sit mihi, quod cupio, sed quod expedit → nicht was ich will, geschehe mir, doch was mir nützt
Full diacritics: κῠμῑνινος | Medium diacritics: κυμίνινος | Low diacritics: κυμίνινος | Capitals: ΚΥΜΙΝΙΝΟΣ |
Transliteration A: kymíninos | Transliteration B: kymininos | Transliteration C: kymininos | Beta Code: kumi/ninos |
η, ον, A of cummin, Alex.Trall.1.3.
κῠμίνινος: μῑ, η, ον, ἐκ κυμίνου, Ἀλεξ. Τραλλ. 1. σ. 9.
κυμίνινος, -ίνη, -ον (Μ) κύμινο
αυτός που παρασκευαζόταν από κύμινο.