τετραποδισμός

From LSJ
Revision as of 13:10, 31 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

οἱ τοῖς πέλας ἐπιβουλεύοντες, λανθάνουσι πολλὰκις ὑφ' ἑτέρων τοῦτ' αὐτὸ πάσχοντες → when people plot against their neighbours, they fall victim to the same sort of plot themselves

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετρᾰποδισμός Medium diacritics: τετραποδισμός Low diacritics: τετραποδισμός Capitals: ΤΕΤΡΑΠΟΔΙΣΜΟΣ
Transliteration A: tetrapodismós Transliteration B: tetrapodismos Transliteration C: tetrapodismos Beta Code: tetrapodismo/s

English (LSJ)

ὁ, A a going on all fours, Sch.Nic.Al.417.

Greek (Liddell-Scott)

τετρᾰποδισμός: ὁ, τὸ τετραποδίζειν, Σχόλ. εἰς Νικ. Ἀλεξιφ. 417.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ τετραποδίζω
το βάδισμα με τα τέσσερα, το μπουσούλημα
νεοελλ.
(για ιπποειδή) το βάδισμα που γίνεται καθώς το ζώο σηκώνει και κατεβάζει τα πόδια διαδοχικά.