ὀροφοίτης
From LSJ
Μετὰ δικαίου ἀεὶ διατριβὰς ποιοῦ (Μετὰ δικαίων † τὰς διατριβὰς ποιοῦ) → Cum iustis semper versare in eodem loco → Mit den Gerechten pflege Umgang immerfort
English (LSJ)
ου, ὁ, A = ὀρειφοίτης, EM 461.27.
Greek (Liddell-Scott)
ὀροφοίτης: -ου, ὁ, = ὀρειφοίτης, Ἐτυμολ. Μέγ. 461. 27.
Greek Monolingual
ὀροφοίτης, ὁ (Α)
βλ. ὀρειφοίτης.