Θεὸν προτίμα, δεύτερον δὲ τοὺς γονεῖς → Post deum habeas parentes proximo loco → Vor allem ehre Gott, die Eltern gleich nach ihm
Full diacritics: συρίσκος | Medium diacritics: συρίσκος | Low diacritics: συρίσκος | Capitals: ΣΥΡΙΣΚΟΣ |
Transliteration A: syrískos | Transliteration B: syriskos | Transliteration C: syriskos | Beta Code: suri/skos |
ὁ, v. ὑρισός.
συρίσκος: σύρισσος, ἴδε ὑρισός.
και ὑρίσκος, ὁ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «ἀγγεῑόν τι πλεκτόν, εἰς ὅ σῡκα ἐμβάλλουσι
τινὲς δὲ ὑρίσκον».
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. σύριχος.