θάμυρις

From LSJ
Revision as of 10:45, 31 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (LSJ2 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Λάλει τὰ μέτρια, μὴ λάλει δ', ἃ μή σε δεῖModestus sermo, et qualis deceat, sit tuus → Sprich maßvoll, spricht nicht aus, was unanständig ist

Menander, Monostichoi, 328
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θάμυρις Medium diacritics: θάμυρις Low diacritics: θάμυρις Capitals: ΘΑΜΥΡΙΣ
Transliteration A: thámyris Transliteration B: thamyris Transliteration C: thamyris Beta Code: qa/muris

English (LSJ)

ἡ, assembly, Hsch.

Greek Monolingual

ἡ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «πανήγυρις, σύνοδος ή πυκνότης τινών».
[ΕΤΥΜΟΛ. Τα θάμυρις και θαμυρός πιστοποιούν την ύπαρξη θέματος θαμυ-, το οποίο απαντά στο επίθ. θαμύς (βλ. θαμέες) παράλληλα προς το επίρρ. θαμά].