Κόλαζε τὸν πονηρόν, ἄνπερ δυνατὸς ᾖς → Malum castiga, maxime si sis potens → Den Schurken strafe, wenn du dazu fähig bist
ἐννεύω (Α) νεύω
1. κάνω νεύμα, νόημα, δίνω σημάδι σε κάποιον
2. ρωτώ με νεύματα («ἐνένευον δὲ τῷ πατρὶ αὐτοῦ τὸ τὶ ἄν θέλοι καλεῖσθαι αὐτόν», ΚΔ).