Ἴση λεαίνης καὶ γυναικὸς ὠμότης → Feritas leaenae quanta, tanta et feminae → Der Löwin Wildheit ist die selbe wie der Frau
-ον, Α
1. αυτός που του αρέσει καθετί το ευγενές και υψηλό
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ φιλογενναῖον
η αγάπη για καθετί το ευγενές και το υψηλό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)- + γενναῖος.