ὀκταετία

Revision as of 17:55, 22 May 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "</span> ;" to "</span>;")

English (LSJ)

ἡ, A = ὀκταετηρίς, Theo Sm.p.173 H., Procl.Par.Ptol.285; but ὀκτωετία in Ptol.Tetr.205.

German (Pape)

[Seite 317] ἡ, = ὀκταετηρίς, Procl.

Greek (Liddell-Scott)

ὀκταετία: ἡ, ὀκταετηρίς, Πρόκλ. παράφρ. Πτολ. σ. 285.

Greek Monolingual

και οχταετία, η (Α ὀκταετία και ὀκτωετία) οκταετής
περίοδος οκτώ ετών, χρονικό διάστημα οκτώ ετών, αλλ. οκταετηρίδα.