Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

φαφούτης

From LSJ
Revision as of 16:02, 26 July 2021 by Spiros (talk | contribs)

Ἀλλ’ ἐσθ’ ὁ θάνατος λοῖσθος ἰατρός κακῶν → But death is the ultimate healer of ills

Sophocles, Fragment 698

Greek Monolingual

φαφούτης, φαφούτα, φαφούτικο, θηλ. και φαφούτισσα, Ν
αυτός που του έχουν πέσει τα δόντια, που δεν έχει δόντια, ξεδοντιάρης, κουτσοδόντης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. ονοματοποιημένη λ. από τον. ήχο που παράγεται όταν μιλά κάποιος που δεν έχει δόντια].