ημιατροφία

Revision as of 09:30, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η
ιατρ. ατροφία ιστών του ενός πλαγίου του σώματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hemiatrophy < hemi- (πρβλ. ημι-) + atrophy (πρβλ. ατροφία). Η λ. μαρτυρείται από το 1879 στον Γεώργιο Καραμήτσα].