ἐπὶ πολλῆς ἡσυχίας καὶ ἠρεμίας ὑμῶν → leaving you entirely at rest
ἱπποθυτῶ, -έω (Α)θυσιάζω ίππους.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο)- + -θυτώ (< -θυτος < θύω [Ι]), πρβλ. βου-θυτώ, ξενο-θυτώ].