ἀλλ' οὐδὲν δεῖ παρὰ τὸν βωμόν σε βουλεύειν → better safe than sorry
ἰσχάριον, τὸ (Α)μικρό ισχίο.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσχίον + υποκορ. κατάλ. -άριον (πρβλ. κυν-άριον, παιδ-άριον)].