ιπποστάσιο

From LSJ
Revision as of 10:14, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Σοφὴ σοφῶν γὰρ γίγνεται συμβουλία → Denn nur von weisen Männern stammt der weise Rat

Menander, Monostichoi, 483

Greek Monolingual

το (Α ιπποστάσιον)
τόπος όπου διαμένουν ίπποι ή άλλα υποζύγια, στάβλος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο)- + -στάσιο (< ασθενές θ. στᾰ- του ἵστημι + κατάλ. -σιο), πρβλ. βου-στά-σιο, εργο-στά-σιό].