διοσημεία
From LSJ
Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
présage, signe céleste, tonnerre ou éclair.
Étymologie: Διός, σημεῖον.
Russian (Dvoretsky)
διοσημεία: ἡ небесное знамение Diod., Plut.