προκόττα
From LSJ
Τῆς ἐπιμελείας πάντα δοῦλα γίγνεται → Sunt cuncta ubique famula diligentiae → In der Sorgfalt Sklavendienst tritt alles ein
English (LSJ)
ἡ, Dor. = προκόμιον, Poll.2.29, Hsch., Phot. (-κόπα cod.). προκοττίς· ἡ χαίτη, Hsch. (-κοπίς cod.).