κλισίηνδε

Revision as of 01:45, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

English (LSJ)

Adv. into or to the hut, ib.185.

German (Pape)

[Seite 1455] nach der Hütte, dem Zelte hin, ll. 1, 185 u. öfter.

Greek (Liddell-Scott)

κλῐσίηνδε: Ἐπίρρ. εἰς ἢ πρὸς τὴν καλύβην, Ἰλ. Α. 185· πρβλ. κλισία Ι.

French (Bailly abrégé)

adv.
vers la tente.
Étymologie: κλισίη, -δε.

English (Autenrieth)

to the hut, to the barrack.

Greek Monolingual

κλισίηνδε (Α)
επίρρ. στην καλύβα ή προς αυτήν («ἕπεο, κλισίην δ' ἴομεν», Ομ. Οδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Αιτ. εν. κλισίην + επιρρμ. κατάλ. -δε, δηλωτική της προς τόπον κινήσεως].

Greek Monotonic

κλῐσίηνδε: επίρρ., μέσα σε ή προς την καλύβα, σε Ομήρ. Ιλ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κλισίηνδε [κλισία] adv., naar de tent toe.

Russian (Dvoretsky)

κλῐσίηνδε: adv. в палатку, в шалаш Hom.

Middle Liddell

into or to the hut, Il.