ἀντιπροσβάλλομαι
From LSJ
English (LSJ)
Pass., to be impinged upon in return, Hierocl.p.23A.
Spanish (DGE)
golpear a su vez ἐπειδὴ καὶ κέκραται (ἡ ψυχή) πᾶσι (τοῖς τοῦ σώματος μέρεσι), προσβάλλουσα δὲ ἀντιπροσβάλλεται Hierocl.p.23.
Full diacritics: ἀντιπροσβάλλομαι | Medium diacritics: ἀντιπροσβάλλομαι | Low diacritics: αντιπροσβάλλομαι | Capitals: ΑΝΤΙΠΡΟΣΒΑΛΛΟΜΑΙ |
Transliteration A: antiprosbállomai | Transliteration B: antiprosballomai | Transliteration C: antiprosvallomai | Beta Code: a)ntiprosba/llomai |
Pass., to be impinged upon in return, Hierocl.p.23A.
golpear a su vez ἐπειδὴ καὶ κέκραται (ἡ ψυχή) πᾶσι (τοῖς τοῦ σώματος μέρεσι), προσβάλλουσα δὲ ἀντιπροσβάλλεται Hierocl.p.23.