ἀλλ' ἐσθ' ὁ θάνατος λοῖσθος ἰατρός κακῶν → but death is the ultimate healer of ills
γλωσσοκομεῖον και γλωττοκομεῖον, το (Α) γλωσσόκομον1. κιβώτιο για τη φύλαξη γλωττίδων, στομίων τών αυλών2. ορθοπεδική συσκευή για να συγκρατεί ακίνητο κάποιο εξαρθρωμένο ή σπασμένο μέλος του σώματος3. το γυναικείο αιδοίο.